- Βησσαρίων
- Όνομα λόγιων κληρικών.
1. Βυζαντινός θεολόγος, καρδινάλιος και διάσημος ουμανιστής των χρόνων της Αναγέννησης (Τραπεζούντα 1395 – Ραβένα 1472). Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα στη σχολή του Πλήθωνα στον Μιστρά. Η μαθητεία του κοντά στον Πλήθωνα του ενέπνευσε ισόβιο πάθος για την πλατωνική φιλοσοφία και τον έπεισε για την ανάγκη να αναθεωρηθεί η πολιτική και κοινωνική διάρθρωση του Βυζαντίου. Μια σειρά μεταρρυθμιστικών μέτρων που υπέδειξε στους δεσπότες Θεόδωρο και Κωνσταντίνο Παλαιολόγο εκτιμήθηκαν ως σοφά, αλλά δεν έγιναν δεκτά. Το 1437, μητροπολίτης ήδη Νικαίας, ο Β. έφυγε μαζί με τον αυτοκράτορα, τον πατριάρχη και πλήθος ιεραρχών για τη σύνοδο της Φεράρα-Φλωρεντίας, όπου θα διαπραγματεύονταν την ένωση της Ανατολικής με τη Δυτική εκκλησία. Κατά τις συζητήσεις εκείνες, ο Β. υποστήριξε συμβιβαστικές θέσεις και υπέγραψε τελικά την απόφαση της ένωσης των Εκκλησιών. Για τη στάση του αυτή τιμήθηκε από τον πάπα με τον τίτλο του καρδιναλίου και αργότερα (1463) με το αξίωμα του καθολικού πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Του είχε επίσης παραχωρηθεί ανάκτορο στη Ρώμη, το οποίο σύντομα αναδείχτηκε σε ένα από τα κυριότερα κέντρα συνάντησης των σπουδαιότερων εκπροσώπων της ιταλικής Αναγέννησης. Εκεί κατέφευγαν Έλληνες λόγιοι, πρόσφυγες από το Βυζάντιο, τους οποίους ο Β. υποστήριζε οικονομικά και συχνά τους χρησιμοποιούσε ως μεταφραστές κλασικών κειμένων στα λατινικά και ως αντιγραφείς χειρογράφων. Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης εργάστηκε όσο κανείς άλλος για να κινητοποιήσει τους Ευρωπαίους ηγεμόνες σε σταυροφορία κατά των Τούρκων.
Για την προσωπικότητα του Β. έχουν διατυπωθεί οι πιο αντίθετες γνώμες. Στη Δύση τιμήθηκε ως ο κυριότερος εισηγητής της καταδικασμένης άλλοτε από την εκκλησία πλατωνικής φιλοσοφίας και γενικά ως ένας από τους κορυφαίους ουμανιστές του καιρού του. Στην ορθόδοξη Ανατολή, όμως, επικρίθηκε για την αποστασία του στον καθολικισμό και χαρακτηρίστηκε ως «κοπέλλιν» του πάπα και αργυρώνητος προδότης. Ο Β. έγραψε πολλά θεολογικά, φιλοσοφικά και άλλα, ποικίλου περιεχομένου έργα. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν διάφορες θεολογικές πραγματείες με τις οποίες προσπαθεί να αποδείξει ότι δεν υπάρχουν δογματικά εμπόδια στην ένωση των δύο εκκλησιών. Το κυριότερο από τα φιλοσοφικά του έργα επιγράφεται Έλεγχοι των κατά Πλάτωνος βλασφημιών. Έγραψε επίσης πολλούς λόγους και επιστολές προς ηγεμόνες, λογίους και κληρικούς.
2. Επίσκοπος Λαρίσης (17oς αι.). Καταγόταν από το χωριό Μεγάλη Πόρτα της Θεσσαλίας και νεότατος ακολούθησε μοναχική ζωή. Αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος Δομενίκου και Ελασσόνας από τον αρχιεπίσκοπο Μάρκο και χειροτονήθηκε, μετά τον θάνατο του τελευταίου, επίσκοπος Λαρίσης (1520). Τότε ίδρυσε τη μονή Δούσικου στην ιδιαίτερη πατρίδα του και ανέπτυξε πλούσια φιλανθρωπική δράση.
3. Β. ο εκ Ραψάνης (1735 – ;). Λόγιος μοναχός. Φοίτησε στη σχολή Μουρούτζη στα Γιάννενα, όπου δίδασκε ο Ευγένιος Βούλγαρης. Συνέχισε τις σπουδές του στην Αθηνιάδα σχολή και μετά πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου δίδαξε ελληνικά στα παιδιά του μεγάλου λογοθέτη Αλέξανδρου. Από εκεί ξαναγύρισε στο Άγιον Όρος και έγινε μοναχός. Τότε ονομάστηκε Β. αντί Βασίλειος. Έγραψε πολλά αναιρετικά κείμενα θρησκευτικών παρεκκλίσεων καθώς και επιστολή γνωστή με τον τίτλο Περί του πώς δει αρχιερατεύειν.
Ο Βησσαρίων, Βυζαντινός θεολόγος, καρδινάλιος και διάσημος ουμανιστής των χρόνων της Αναγέννησης.
Dictionary of Greek. 2013.